Σελίδες

Text Widget

Όποιος σπίτι μένει σαν αρχίζει ο αγώνας κι αφήνει άλλους ν' αγωνιστούν για τη υπόθεσή του πρέπει προετοιμασμένος να 'ναι: Γιατί όποιος δεν έχει τον αγώνα μοιραστεί θα μοιραστεί την ήττα. Ούτε μια φορά δεν αποφεύγει τον αγώνα αυτός που θέλει τον αγώνα ν' αποφύγει: Γιατί θ' αγωνιστεί για την υπόθεση του εχτρού όποιος για τη δικιά του υπόθεση δεν έχει αγωνιστεί.

Μπ. Μπρεχτ

Ετικέτες

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2015

Το συνδικαλιστικό κίνημα και το χρέος

Την Πέμπτη 25 Ιούνη πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του Εργατικού Κέντρου Φθιώτιδας εκδήλωση του Νομαρχιακού Τμήματος Φθιώτιδας της ΑΔΕΔΥ με θέμα «Το συνδικαλιστικό κίνημα απέναντι στο χρέος» με ομιλητές τα μέλη της Ε.Ε. της ΑΔΕΔΥ Παύλο Αντωνόπουλο και Γιώργο Πετρόπουλο καθώς και το δημοσιογράφο Λεωνίδα Βατικιώτη.
Στην εκδήλωση καλούσε και το Εργατικό Κέντρο Φθιώτιδας, ενώ σε σύσκεψη συνδικαλιστών του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που είχε γίνει την προηγούμενη βδομάδα η εκδήλωση είχε καθοριστεί ως ένας σταθμός στην παρέμβαση που πρέπει να κάνει το συνδικαλιστικό κίνημα στην περιοχή, για την ενεργοποίηση των εργαζομένων ενάντια στην νέα αντιλαϊκή συμφωνία που ετοιμάζεται.
Παρά τις επιφυλάξεις που εκφράστηκαν από την μεριά της ΕΡΓΑΣ για την αναγκαιότητα διοργάνωσης μιας τέτοιας εκδήλωσης, με αυτό το περιεχόμενο, στην παρούσα συγκυρία (σε σχέση με την ανάγκη οργάνωσης των εργατικών αντιστάσεων), τελικά η ΕΡΓΑΣ συμμετείχε στην εκδήλωση με
ολοκληρωμένη εισήγηση, που παρατίθεται στην συνέχεια και την οποία διάβασε ο Στέλιος Καραμήτσος (μέλος του ΔΣ του Συλλόγου Εργαζομένων στη ΜΟΔ).

Συνάδελφοι/ισσες, συναγωνιστές και συναγωνίστριες
5 χρόνια τώρα ο ελληνικός λαός και οι εργαζόμενοι έχουν έρθει αντιμέτωποι με την πιο βάρβαρη αντιλαϊκή πολιτική των μνημονίων και της ιμπεριαλιστικής υποδούλωσης της χώρας. Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και οι ιμπεριαλιστικοί «θεσμοί» χαλκεύουν νέα δεινά για τους εργαζόμενους, το λαό και την χώρα.
H πολιτική των μνημονίων έφερε τα εργατικά συνδικάτα αντιμέτωπα με μια αντεργατική επίθεση, τέτοιας έντασης και έκτασης που δεν έχει προηγούμενο στη μεταπολεμική περίοδο. Μια επίθεση που απλώθηκε σε όλο το μέτωπο των εργατικών δικαιωμάτων μην αφήνοντας κανένα όρθιο, ακόμα κι εκείνα που η κατάκτησή τους χρονολογείται δεκαετίες πριν.
Κυβερνήσεις και τρόικα – «θεσμοί», ξένοι ιμπεριαλιστές τοκογλύφοι και ντόπια ολιγαρχία συμπτύξανε ένα σκληρό αντιδραστικό μέτωπο ενάντια στην εργατική τάξη και το λαό που ενεργοποίησε μια συντριπτική πολιτική. Μια πολιτική μακρόχρονη με στόχο το φόρτωμα των οδυνηρών συνεπειών της καπιταλιστικής κρίσης και της διαχρονικής πολιτικής των κυβερνήσεων της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης, στις πλάτες της εργατικής τάξης.
Μπροστά σε αυτή την επίθεση δόθηκαν μια σειρά λαϊκοί και εργατικοί αγώνες οι οποίοι ιδιαίτερα την περίοδο 2010-2012 πήραν πολύ μαζικά και επίμονα χαρακτηριστικά. Από το 2012 και μετά και μπροστά στις εκλογικές αυταπάτες - απάτες που καλλιεργήθηκαν, οι αγώνες αυτοί υποχώρησαν και μόνο σε επιμέρους κλάδους (ΕΡΤ, καθηγητές, διοικητικοί υπάλληλοι ΑΕΙ, καθαρίστριες κλπ) δόθηκαν κάποιοι παρατεταμένοι αγώνες.
Πως στάθηκε το οργανωμένο συνδικαλιστικό κίνημα απέναντι σε αυτή την επίθεση;
Η δράση των συνδικάτων και ιδιαιτέρα της ΓΣEE και της AΔEΔY που συγκεντρώνουν όλα τα συνδικάτα του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, αλλά και των δευτεροβάθμιων οργανώσεων που καλύπτουν συνδικαλιστικά ολόκληρους εργατικούς κλάδους και μεγάλη μάζα εργαζομένων, σφραγίστηκαν από την γραμμή του ταξικού συμβιβασμού και της υποταγής των δυνάμεων που κυριαρχούν στις διοικήσεις τους. H πολιτική αυτών των διοικήσεων, πολιτική των ΠAΣKE, ΔAKE και όσων συνεργάζονται μαζί τους ή σέρνονται στην ουρά τους, έφερε το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα αφοπλισμένο και ανέτοιμο στην μεγάλη αναμέτρησή του με την πολιτική των μνημονίων.
Παράλληλα η συνδικαλιστική παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ (Αυτόνομη Παρέμβαση – ΜΕΤΑ) προσανατόλιζε τους εργαζόμενους για μια ολόκληρη περίοδο, πριν τα μνημόνια, στα τραπέζια του κοινωνικού διαλόγου, ενώ κατά την μνημονιακή περίοδο στην εκλογική διαδικασία και την κοινοβουλευτική εναλλαγή σπέρνοντας αυταπάτες στους εργαζόμενους, με τα συνθήματα «κάτω ή κυβέρνηση» (και όχι κάτω η κυβερνητική πολιτική στοχεύοντας στην αλλαγή διαχειριστή) και «διαγραφή του χρέους». Μετά την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σε αντιπολίτευση και στην συνέχεια στη κυβέρνηση, οι δυνάμεις αυτές κινούνται πλέον στα πλαίσια της υπευθυνότητας και του ρεαλισμού, ενσωματώνοντας παράλληλα στο εσωτερικό τους δυνάμεις της πάλαι ποτέ κραταιάς ΠΑΣΚΕ, διαμορφώνοντας τον εκκολαπτόμενο νέο κυβερνητικό συνδικαλισμό.
Από την άλλη το ΠΑΜΕ ακολουθώντας μια πολιτική που, από τη μια, απόρριπτε και κατηγορούσε  τον αντιμνημονιακο αγώνα (τον οποίο θυμήθηκε όψιμα για να ασκήσει αντιπολίτευση στη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ) και από την άλλη μια απομονωτική και διασπαστική πολιτική, υπονόμευσε και υπονομεύει την δυνατότητα σύμπτυξης ενός πανεργατικού μετώπου ενάντια στην κυβερνητική πολιτική. Τα ξεχωριστά συλλαλητήρια στις μέρες των απεργιών, οι «καταλήψεις» υπουργείων από μερικά συνδικαλιστικά στελέχη, που ποντάρουν στον εντυπωσιασμό και στον θόρυβο που θα γίνει, είναι ξένες προς την προσπάθεια ανάπτυξης του αγώνα της εργατικής τάξης με μορφές πάλης που έχουν την μαζική συμμετοχή και στήριξη των εργαζομένων.
Από κοντά, μια σειρά συνδικαλιστικές δυνάμεις που αναφέρονται στην αριστερά πελαγοδρομούσαν και εξακολουθούν να ταλαντεύονται ανάμεσα στις διασπαστικές και «απογειωμένες» τακτικές του ΠΑΜΕ και την λογική ουράς με την πολιτική των συνδικαλιστικών δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ υιοθετώντας πάνω κάτω τα ίδια συνθήματα. «Κάτω η κυβέρνηση» (σύνθημα που σήμερα ξεχνιέται μπροστά στην νέα κυβέρνηση) «διαγραφή του χρέους», «εθνικοποίηση τραπεζών» κλπ και συνευρισκόμενες με τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ σε «πρωτοβουλίες διαγραφής του χρέους».

Συνάδελφοι/ισσες, συναγωνιστές και συναγωνίστριες
Βασικός στόχος του συνδικαλιστικού κινήματος είναι η αντιμετώπιση και επίλυση των άμεσων ζωτικών οικονομικών προβλημάτων των εργαζομένων. Η απόκρουση των αντεργατικών μέτρων και η διεκδίκηση μισθολογικών, ασφαλιστικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων. Η υπεράσπιση της δημοκρατίας στους χώρους δουλειάς.
Η μεγάλη όξυνση των εργατικών και λαϊκών προβλημάτων με την πολιτική των μνημονίων έχει τις αιτίες της στο ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού εδώ και 7 χρόνια, η οποία συνεχίζεται και έχει σαν συνέπεια:
1ον Πολιτικές βαθιά αντεργατικές και αντιλαϊκές με τις οποίες οι κεφαλαιοκράτες προσπαθούν να διασώσουν τα κέρδη τους, συντρίβοντας τα εργατικά δικαιώματα μεταφέροντας τις συνέπειες τις κρίσεις στις πλάτες των εργαζομένων και του λαού.
2ον Πολιτικές των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (ΗΠΑ, Γερμανία, Γαλλία κλπ) που προσπαθούν να μεταφέρουν τις συνέπειες της κρίσης στις πλάτες των πιο αδύνατων, εξαρτημένων χωρών, σε συνδυασμό με τις μεταξύ τους οξυμένες αντιθέσεις. Δείτε τι γίνεται και σε Ουκρανία, Συρία κλπ
Τα μνημόνια στην Ελλάδα είναι σύνθεση των παραπάνω δύο πολιτικών «ξεπεράσματος της κρίσης» και γι’ αυτό η κρίση έχει πιο μεγάλη ένταση στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες και εκφράζεται με πιο σκληρά χαρακτηριστικά.
Κατά συνέπεια η όξυνση των προβλημάτων των εργαζομένων της χώρας μας, δεν συνδέεται μόνο με το χρέος της αλλά με την όξυνση του συνόλου των αντιθέσεων που έφερε η καπιταλιστική κρίση στο σύστημα του εξαρτημένου καπιταλισμού της Ελλάδας. Δεν αφορά δηλαδή μόνο μια λογιστική διευθέτηση του χρέους και «επιδιόρθωση» των δημοσιονομικών της χώρας, αλλά ευρύτερα γεωπολιτικά και γεωοικονομικά ζητήματα.
Από την άποψη αυτή η λύση των εργατικών προβλημάτων συμπεριλαμβάνει και πολλά άλλα που πρέπει να αντιμετωπιστούν, μαζί  με  τη λεγόμενη «κρίση χρέους» στην χώρα μας και ενάντια στα οποία πρέπει να στέφεται ο εργατικός και λαϊκός αγώνας. Συμπεριλαμβάνει όλα εκείνα που συγκροτούν  σήμερα το καπιταλιστικό σύστημα της Ελλάδας, ως ένα καπιταλιστικό σύστημα που έχει τη σημαντική ιδιομορφία ότι είναι εξαρτημένο από τις ξένες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Ως ένα καθεστώς όπου κυριαρχεί ο ξένος  ιμπεριαλισμός και μια υποτελής σε αυτόν ντόπια μεγαλοαστική τάξη και πολιτικό προσωπικό.
Αυτήν  ακριβώς, την ασφυκτική εξάρτηση εκφράζει και το δέσιμο της Ελλάδας στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Η θηλειά του χρέους, που υπάρχει από καταβολής του νεοελληνικού κράτους καθώς αυτό δεν μπόρεσε να αποκτήσει την εθνική ανεξαρτησία του και την ανεξάρτητη οικονομική του ανάπτυξη, έσφιξε με τη καπιταλιστική κρίση (όπως έχει γίνει αρκετές φορές παλαιότερα, «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» Χ.Τρικούπης 1893, πτώχευση 1932 με κυβέρνηση Ελ.Βενιζέλου κλπ.)  και ξανάφερε αντιμέτωπη τη χώρα με την άγρια ληστρική πολιτική των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, που εκμεταλλεύονται το δανεισμό για να υπαγορεύσουν τις πολιτικές τους με το πιο στυγνό τρόπο.
Τι είναι το σημερινό πρόβλημα του χρέους;
Ø                        Είναι το ότι η χώρα έφτασε στην οικονομική χρεοκοπία, με το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης.
Ø                        Είναι  η υπερόξυνση μιας από τις αντιθέσεις που διαπερνούν το ιμπεριαλιστικό σύστημα. Της αντίθεσης ανάμεσα στο διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο και τα ιμπεριαλιστικά κράτη δανειστές από τη μια, με τις χώρες που τις έχουν υπό εξάρτηση και τις εκμεταλλεύονται με το δανεισμό και τοκογλυφία από την άλλη.
Η Ελλάδα έφτασε στη χρεοκοπία από αυτήν την ιμπεριαλιστική πολιτική και την πολιτική της ξένης εξάρτησης της ντόπιας οικονομικής ολιγαρχίας που κυβερνά τον τόπο, οι οποία έχοντας τις  πλάτες των ιμπεριαλιστών λειτουργεί με μια παρασιτική λογική, ως τοπικός μεταπράτης.
Γι’ αυτό η Ελλάδα έχει μια οικονομία αποβιομηχανοποιημένη και στηριγμένη στα χάρτινα πόδια των υπηρεσιών και του τουρισμού, που με μία χυδαία παραποίηση των όρων της οικονομικής επιστήμης πλασάρεται ψεύτικα  σαν «βαριά βιομηχανία»! Αυτού του είδους την χάρτινη «ανάπτυξη» εξυπηρέτησε και η ένταξη στην ΕΕ και εξυπηρετούν τα κοινοτικά προγράμματα.
Και αφού αυτές οι πολιτικές οδήγησαν στην οικονομική χρεοκοπία, τώρα χρησιμοποιείται (η οικονομική χρεοκοπία) σαν εφαλτήριο από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για τον πιο βαθύ πολιτικοικονομικό έλεγχο της Ελλάδας (τρόικα, Task Force) και για την αρπαγή του πλούτου της χώρας (ιδιωτικοποιήσεις υποδομών, ενέργειας, νερού κλπ.)
Το χρέος είναι, λοιπόν, βασικός βραχίονας  άσκησης της ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Η αντιμετώπιση του απαιτεί ευθεία ισχυρή σύγκρουση με αυτή την ιμπεριαλιστική πολιτική.
Αυτό δείχνει και το είδος και το βάθος των πολιτικών προϋποθέσεων και του επιπέδου οργάνωσης του εργατικού και λαϊκού κινήματος που απαιτείται για να επιτευχθεί η απαλλαγή του λαού και της χώρας από το χρέος.
Προϋποθέσεις που σήμερα δεν υπάρχουν, με κυβερνήσεις και κράτος που όχι μόνο δεν αμφισβητούν αλλά και είναι υπέρ των ιμπεριαλιστικών εξαρτήσεων από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, υπέρ «σχεδίων εθνικής ανάπτυξης» που επιζητούν τη συναίνεση του ΣΕΒ και άλλων τμημάτων της ντόπιας ολιγαρχίας.
Με ένα εργατολαϊκό κίνημα που βρίσκεται σε σοβαρή υποχώρηση και σε μεγάλο βαθμό ανοργάνωτο. Με το συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα των εργαζομένων να μην είναι ενταγμένο ούτε καν σε συνδικάτα.
Δεν πρέπει να υπάρχει καμιά αμφιβολία πως όσο θα υπάρχει το σημερινό καθεστώς εξάρτησης και υποτέλειας, όσο θα κυβερνά η ντόπια μεγαλοαστική τάξη και η χώρα θα παραμένει μέσα στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, το χρέος, ανεξάρτητα από οξύνσεις και υφέσεις που θα περνά, θα παραμένει ως μόνιμη πληγή που θα  λεηλατεί τους εργαζόμενους και τον ελληνικό λαό
Σε τέτοιες συνθήκες καμιά διαχείριση του χρέους δεν μπορεί να γίνει με όφελος για το λαό. Ακόμα και περιπτώσεις «κουρέματος» ή διαγραφής του χρέους αν υπάρξουν, αυτές θα γίνονται υπό τη κρίση και με τον τρόπο που θα θέλουν οι δανειστές και η ντόπια ολιγαρχία. Με τρόπο ,δηλαδή, που θα έχει βαρύ αντίτιμο στα λαϊκά στρώματα και θα απαιτεί οδυνηρά ανταλλάγματα απο τη χώρα.
Αυτό άλλωστε, ξαναποδείχθηκε, με το «κούρεμα» που συμφώνησαν Σαμαράς-Βενιζέλος με την τρόικα πριν δύο περίπου χρόνια, το περίφημο PSI, που λεηλάτησε τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων, των νοσοκομείων, των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων κλπ.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω θεωρούμε ότι η τοποθέτηση της διαγραφής του χρέους ως άμεσου (και, μάλιστα, από ορισμένους έχει γίνει και κορυφαίο) αιτήματος διεκδίκησης του συνδικαλιστικού κινήματος είναι λαθεμένη και αποπροσανατολιστική.
1ον Γιατί αγνοεί ή υποτιμά τους πολιτικούς όρους επίτευξης ενός τέτοιου αιτήματος, από τους οποίους απέχουμε πολύ σήμερα, ώστε το να καταχτηθούν.
2ον  Γιατί υποβάλει την παραπλανητική  αντίληψη πως μια  διαγραφή του χρέους από μόνη της θα ανατρέψει αντεργατικές και αντιλαϊκές πολιτικές, ενώ το καπιταλιστικό σύστημα θα συνεχίζει να λειτουργεί και η ιμπεριαλιστική εξάρτηση θα σφίγγει σαν τανάλια το λαό  και την χώρα.
3ον Γιατί θεωρεί την διαγραφή του χρέους ως προϋπόθεση για την διεκδίκηση και επανακατάκτηση των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων και όχι το βαθμό οργάνωσης και ταξικής ανασυγκρότησης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος. Να θυμίσουμε ότι χρέος και μάλιστα δυσθεώρητο είχε η Ελλάδα και πριν την κρίση και τα μνημόνια.
4ον και πολύ σημαντικό, γιατί αντιμετωπίζει τη διαγραφή του χρέους σαν ένα άμεσο συνδικαλιστικό στόχο, δηλαδή, σαν ένα μεταρρυθμιστικό αίτημα στα πλαίσια του σημερινού καθεστώτος, που διεκδικεί διαγραφή του χρέους με τη φαντασίωση ότι κυβερνήσεις και πολιτικές ηγεσίες, ελεγχόμενες και συμβιβασμένες  με την ντόπια ολιγαρχία και τον ιμπεριαλισμό, ακόμα και αν υποθέσουμε ότι κάνουν κάποια  τέτοια διαγραφή, θα λειτουργήσει δήθεν προς όφελος της εργατικής τάξης και του λαού.
Θεωρούμε ότι αυτός ο τρόπο τοποθέτησης του ζητήματος του χρέους, είναι κατά βάση λαθεμένος και καλλιεργεί αυταπάτες για το τι μπορεί να επιτευχτεί στα πλαίσια του συστήματος του εξαρτημένου καπιταλισμού της Ελλάδας.
Επομένως θεωρούμε ότι η διαγραφή του χρέους δεν είναι της κατηγορίας μιας άμεσης συνδικαλιστικής διεκδίκησης, ενός άμεσου εργατοϋπαλληλικού αιτήματος (τέτοιο, μάλιστα, που να προτάσσεται στο κατάλογο των αιτημάτων του συνδικαλιστικού κινήματος, όπως γίνεται από ορισμένες δυνάμεις τα τελευταία χρόνια), της κατηγορίας ενός μεταρρυθμιστικού αιτήματος, που θα υλοποιηθεί στα πλαίσια της κυριαρχίας του εξαρτημένου καπιταλιστικού συστήματος προς όφελος των εργαζομένων.
Να θυμίσουμε ότι αυτά έλεγε και ο ΣΥΡΙΖΑ για διαγραφή του χρέους πριν γίνει κυβέρνηση και  τώρα το έχει πάρει πίσω, υποτασσόμενος στην μνημονιακή πολιτική που επιβάλουν οι ιμπεριαλιστές.
Θεωρούμε επίσης, εντελώς απαράδεκτες τις πρακτικές, που βάση αυτής της αντίληψης, έχουν οδηγήσει αγωνιστικές δυνάμεις και συνδικάτα, σε συμμετοχή στην επιτροπή αλήθειας της κυβέρνησης για το χρέος, δίνοντας συγχωροχάρτι στην πολιτική της εξάρτησης και της υποτέλειας και άλλοθι στους επικοινωνιακούς «διαπραγματευτικούς» χειρισμούς της κυβέρνησης, (αξίζει κανείς να ανατρέξει γι’ αυτό, στο πρώτο πόρισμα αυτής της επιτροπής, που τούτες τις μέρες ανακοινώθηκε).

Συνάδελφοι/ισσες, συναγωνιστές και συναγωνίστριες
Ποιος πρέπει να είναι επομένως, ο σωστός προσανατολισμός του συνδικαλιστικού κινήματος;
Για μας ο σωστός προσανατολισμός που έχει ανάγκη το συνδικαλιστικό κίνημα σήμερα, οφείλει να είναι στραμμένος στα άμεσα προβλήματα των εργαζομένων, στην επανακατάχτηση των δικαιωμάτων του, στην ανατροπή των παλιών μνημονίων και στην αποτροπή των νέων που έρχονται.
Γύρω απ’ αυτούς τους στόχους πρέπει να επιδιώξει να διεξάγει οργανωμένους μαζικούς αγώνες, να μαζικοποιήσει τα συνδικάτα, να στήσει σωματεία, που δεν υπάρχουν σε μεγάλη έκταση στο εργατικό κίνημα, να πλαισιώσει τους εργατικούς αγώνες με ένα κίνημα των ανέργων για το δικαίωμα στη δουλειά.
Ταυτόχρονα να συνδέσει μέσα σ’ αυτόν το αγώνα του, τους στόχους με την πάλη ενάντια στο καθεστώς κυριαρχίας της μεγαλοαστικής τάξης, με την  αντιιμπεριαλιστική πάλη, με τον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, για την έξοδο της Ελλάδας από ΕΕ, ΔΝΤ και ΝΑΤΟ.
Μέσα σ’ αυτόν τον αγώνα να αποκαλύψει τις αιτίες του χρέους και πως μπορεί να ξεφύγει η χώρα απο αυτή τη μέγγενη των δανειστών, κάνοντας καθαρό πως αυτό είναι ένας από τους βραχίονες της ξένης εξάρτησης της χώρας.
Πως για να σπάσουμε αυτό το βραχίονα πρέπει, για μια μακρά περίοδο να παλέψουμε για να φτιαχτεί ένα ισχυρό όχι μόνο συνδικαλιστικό αλλά  πανεργατικό, παλλαϊκό, καλά οργανωμένο κίνημα και να οικοδομήσουμε τις προϋποθέσεις, μιας μεγάλης ταξικής σύγκρουσης με στόχο την ανάληψη της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και το λαό. Μια εξουσία που θα μπορέσει να πραγματοποιήσει την κατάργηση του καθεστώτος κυριαρχίας του ξένου ιμπεριαλισμού και της ντόπιας ολιγαρχίας.
Ένα πολιτικό κίνημα που θα υλοποιήσει τα μεγάλα αιτήματα, ανάμεσα σε αυτά και την ακύρωση των ξένων δανειακών συμβάσεων και του χρέους, με όρους και σαν μέρος μιας συνολικής πολιτικής  που θα δράσει, πραγματικά, υπέρ της εργατικής τάξης και του λαού.
Είναι γεγονός ότι η σημερινή συζήτηση επισκιάζεται από τα όσα διαδραματίζονται στις Βρυξέλες όπου η κυβέρνηση, αφού πλέον έχει αποδεχθεί όλο το πλαίσιο της μνημονιακής πολιτικής που επιβάλουν οι ιμπεριαλιστές, έρχεται σε επαφή με τα όρια των αντιφάσεων της πολιτικής της και σέρνεται σε ετεροβαρείς «διαπραγματεύσεις» μαζί τους, που οδηγούν σε συμφωνία λαιμητόμο για τα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα.
Έχοντας αυτό υπόψη, θα ήταν σκόπιμο να θυμηθούμε ένα διάλογο που διημείφθη πριν από περίπου 2.500 χρόνια μεταξύ Αθηναίων και Μηλίων και διασώζει ο Θουκυδίδης, σχετικά το θέμα της δικαιοσύνης και του συσχετισμού δύναμης στις διακρατικές σχέσεις.
Το 416-415 π.Χ. ο Πελοποννησιακός Πόλεμος βρίσκεται ήδη στο 16ο έτος του και ενώ ακόμα διαρκούσε η Νικίειος Ειρήνη που είχαν υπογράψει Αθηναίοι και Σπαρτιάτες, οι πρώτοι επιχείρησαν να εκβιάσουν τους Μηλίους να μπουν στην Αθηναϊκή Συμμαχία, μολονότι οι Μήλιοι ήταν άποικοι των Λακεδαιμονίων και δεν ήθελαν να γίνουν υπήκοοι των Αθηναίων. Με μια δύναμη 3.000 περίπου ανδρών -πολλαπλάσια από εκείνη που μπορούσαν να αντιπαρατάξουν οι Μήλιοι στρατοπέδευσαν έξω από τα τείχη της πόλης και έστειλαν προς διαπραγμάτευση πρέσβεις, σε μια προσπάθεια ειρηνικής υποταγής της νήσου.
Από το διάλογο που ακολούθησε παραθέτουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα της τοποθέτησης των Αθηναίων, όταν οι Μήλιοι επέμεναν να επικαλούνται τις αρχές της δικαιοσύνης και της ηθικής, αρκετά διδακτικό για να κρίνουμε και τα όσα έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ περί «έντιμου συμβιβασμού» με τους ιμπεριαλιστές, αλλά και για εκείνους που υποβιβάζουν το αίτημα της διαγραφής του χρέους στο επίπεδο ενός αιτήματος συνδικαλιστικής διεκδίκησης και μιας λογιστικής – νομικής διευθέτησης:
«Εμείς, εν τούτοις -λένε οι Αθηναίοι ηγεμόνες στην «διαπραγμάτευση» με τους άποικους  Μηλίους- δεν θα χρησιμοποιήσουμε ωραίες φράσεις, υποστηρίζοντας με πολλά λόγια, που δεν πρόκειται να πείσουν κανένα…Νομίζουμε, αντιθέτως, ότι επιβάλλεται να επιδιώξουμε, κι εσείς κι εμείς, εκείνο που θεωρούμε αληθινά κατορθωτό, αφού, πραγματικά, και οι δύο γνωρίζομε ότι κατά τη συζήτηση των ανθρωπίνων πραγμάτων, το επιχείρημα της δικαιοσύνης έχει αξία μόνο μεταξύ ίσων, ότι όμως, ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο ασθενής παραχωρεί ό,τι του επιβάλλει η αδυναμία του.»


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου