Σελίδες

Text Widget

Όποιος σπίτι μένει σαν αρχίζει ο αγώνας κι αφήνει άλλους ν' αγωνιστούν για τη υπόθεσή του πρέπει προετοιμασμένος να 'ναι: Γιατί όποιος δεν έχει τον αγώνα μοιραστεί θα μοιραστεί την ήττα. Ούτε μια φορά δεν αποφεύγει τον αγώνα αυτός που θέλει τον αγώνα ν' αποφύγει: Γιατί θ' αγωνιστεί για την υπόθεση του εχτρού όποιος για τη δικιά του υπόθεση δεν έχει αγωνιστεί.

Μπ. Μπρεχτ

Ετικέτες

Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2025

Η Ευρώπη στη δίνη μιας εντεινόμενης οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης

 

Οι πολλαπλές συνέπειες των καταστροφικών πολέμων στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή και του εμπορικού πολέμου του Τραμπ, που επέπεσαν πάνω σε μια ήδη τραυματισμένη από τα προηγούμενα χρόνια ευρωπαϊκή οικονομία, έχουν βάλει την Ευρώπη σε μια βαθιά δοκιμασία. Μεγάλα οικονομικά προβλήματα πλήττουν τώρα τις ισχυρότερες ευρωπαϊκές χώρες, τη Γερμανία, τη Γαλλία, τη Βρετανία και τείνουν να μετεξελιχθούν σε μια σοβαρή οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση που απειλεί να συμπαρασύρει όλη την ΕΕ. Αυτό το φόβο, ακριβώς, έκφρασε η δήλωση της προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κρ. Λαγκάρντ, τις προηγούμενες μέρες, που θέλησε μεν να καθησυχάσει για τον κίνδυνο ότι θα χρειαστεί παρέμβαση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στη Γαλλία, αλλά και να προειδοποιήσει πως οποιοσδήποτε κίνδυνος πτώσης μιας κυβέρνησης στην Ευρωζώνη ειναι «ανησυχητικός».Το γεγονός ότι τα πράγματα έχουν φτάσει ως το σημείο να εικάζεται ακόμα και παρέμβαση του ΔΝΤ στη δεύτερη σε μέγεθος οικονομία της ΕΕ, να εκδηλώνεται ανησυχία για πτώση κυβερνήσεων στην Ευρωζώνη και να αναγκάζεται η επικεφαλής της ΕΚΤ να κάνει παρέμβαση δείχνει την σοβαρότητα της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί στην Ευρώπη.

Το πώς οι οικονομίες των ισχυρότερων ευρωπαϊκών κρατών έφτασαν στο χείλος μιας μεγάλης ευθραυστότητας και αστάθειας έχει να κάνει με τα χτυπήματα που αυτές έχουν δεχτεί από τους πολέμους που προαναφέραμε, από την αλλαγή του παγκόσμιου οικονομικού συσχετισμού δυνάμεων αλλά και από την πολιτική με την οποία κινήθηκαν οι ηγεσίες τους μέσα σε αυτές τις συνθήκες:
Η πολιτική στήριξης του πολέμου στην Ουκρανία και της οξείας αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, που με φανατισμό ακολουθούν μέχρι σήμερα οι ευρωπαϊκές ηγεσίες, αποκτώντας το προσωνύμιο «κόμμα του πολέμου», έχει σαν αποτέλεσμα την αποκοπή της οικονομίας της ΕΕ από το φθηνότερο ρώσικο ενεργειακό εφοδιασμό με τις επακόλουθες αρνητικές συνέπειες σε όλο το φάσμα των οικονομικών δραστηριοτήτων τους. Οι συνέπειες αυτές είναι πολύ βαρύτερες σε χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία με τις πιο αναπτυγμένες ενεργειακές ανάγκες. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν χρησιμοποιήθηκε από τις ΗΠΑ μόνο σαν όπλο αποδυνάμωσης της Ρωσίας αλλά και σαν μέσο ελέγχου και πίεσης προς την ΕΕ προς το συμφέρον των αμερικανικών συμφερόντων. Οι ευρωπαϊκές χώρες αναγκάσθηκαν το έλλειμμα από το ρωσικό ενεργειακό εφοδιασμό να το αναπληρώσουν με ένα ακριβότερο ενεργειακό εφοδιασμό από τις ΗΠΑ, από τον οποίο επωφελήθηκαν οι τελευταίες αλλά επιβαρύνθηκε η οικονομία των πρώτων. Αναγκάσθηκαν ακόμα με την πολιτική Τραμπ να φορτωθούν μεγαλύτερο μερίδιο για τις στρατιωτικές δαπάνες για το ΝΑΤΟ που θα πρέπει να τις πάρουν από τους κρατικούς προϋπολογισμούς τους, αφαιρώντας αυτά τα μεγάλα ποσά από τις οικονομίες τους. Σε όλα αυτά προστέθηκε και ο πόλεμος δασμών που κήρυξε ο Τραμπ, που οδήγησε την ΕΕ να υπογράψει μια συμφωνία που χαρακτηρίστηκε «συμφωνία ταπείνωσης». Μια συμφωνία, εμφανώς δυσμενή για τις ευρωπαϊκές οικονομίες, που επιβάλλει δασμούς 15% στις εξαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων προς τις ΗΠΑ και υποχρεώνει την ΕΕ να επενδύσει 600 δισεκατομμύρια δολάρια στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου αμερικανικού στρατιωτικού εξοπλισμού, και να δαπανήσει 750 δισεκατομμύρια δολάρια για ενέργεια.
Παράλληλα η Ευρωπαϊκή οικονομία βρίσκεται κάτω από την έντονη πίεση της ραγδαίας οικονομικής επέκτασης της Κίνας που της έχει αφαιρέσει μεγάλα μερίδια αγοράς και σε παγκόσμιο αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο.

Τα αποτελέσματα των παραπάνω αρνητικών εξελίξεων για την ευρωπαϊκή οικονομία εκδηλώνονται τώρα με ένταση στους δείκτες και στις πολιτικο-κοινωνικές διεργασίες των ισχυρότερων χωρών της:
Η Γερμανία, η άλλοτε κραταιά «οικονομική ατμομηχανή» της ΕΕ, έχει μπει σε μια τροχιά κάμψης, ήδη από το 2022, και η οικονομία της συρρικνώθηκε για δεύτερη χρονιά το 2024 και προεξοφλείται ότι θα μείνει στάσιμη και το 2025. Τέλη του Αυγούστου τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν για τη γερμανική οικονομία καταγράφουν ταυτόχρονα αύξηση των τιμών και αρνητικό ρεκόρ δεκαετίας για την ανεργία που ξεπέρασε το όριο των 3 εκατομμυρίων. Η μεγάλη γερμανική τράπεζα Deutsche Bank επισημαίνει σε καλοκαιρινή έκθεσή της ότι έχει υποχωρήσει η παγκόσμια ανταγωνιστικότητα των γερμανικών εμπορευμάτων και η Γερμανία αντιμετωπίζει το λεγόμενο «σοκ της Κίνας». Ενώ η Κίνα ήταν βασική εξαγωγική αγορά για τη Γερμανία, οι γερμανικές εξαγωγές στην κινεζική αγορά έχουν μειωθεί πολύ. Οι εισαγωγές από την Κίνα αυξήθηκαν κατά 60% μεταξύ 2020 και 2022. Στον τομέα των μηχανημάτων, η Γερμανία έχει μετατραπεί σε καθαρό εισαγωγέα από την Κίνα. Οι δυο ισχυρότεροι βιομηχανικοί κλάδοι της γερμανικής οικονομίας, τα μηχανήματα και τα αυτοκίνητα, αντιμετωπίζουν πολύ ισχυρό ανταγωνισμό από τα αντίστοιχα κινέζικα. Μετά την πρόσφατη εμπορική συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ για τους δασμούς, οι γερμανικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ αναμένεται να επιβραδυνθούν σημαντικά, ενώ η γερμανική βιομηχανία έχει χάσει το πλεονέκτημα που της έδινε τα προηγούμενα χρόνια η φθηνότερη ενέργεια από τη Ρωσία.

Αυτή η φθίνουσα πορεία της γερμανικής οικονομίας αντανακλάται και στο χρέος της που, αν και στην ΕΕ ειναι το μικρότερο ως ποσοστό του κρατικού προϋπολογισμού, ωστόσο, οδηγείται σε μια άνοδο που δηλώνει την ανάγκη δανεισμού για την κάλυψη των κρατικών χρηματοδοτήσεων. Ο προϋπολογισμός για το 2026 αυξάνει το χρέος. Στην κατεύθυνση αυτή, την περασμένη άνοιξη, η γερμανική βουλή ενέκρινε τη συνταγματική αναθεώρηση του «φρένου χρέους», προκειμένου να αντληθεί αυξημένος δανεισμός για τις κρατικές δαπάνες, ιδιαίτερα αυτές που θα διοχετευθούν σε εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων, ύψους 1 τρισ. ευρώ.

Μιλώντας για την οικονομική κατάσταση της γερμανικής οικονομίας ο καγκελάριος Μερτς ανέφερε πως «η προσπάθεια για οικονομική ανάκαμψη είναι μεγαλύτερη απ’ ό,τι είχαμε φανταστεί πριν από έναν χρόνο. Δεν πρόκειται απλώς για μια περίοδο χαμηλής ανάπτυξης, αλλά για μια βαθιά, δομική κρίση στην οικονομία μας». Για να προσθέσει στη συνέχεια πως τα βάρη αυτής της «ανάκαμψης» θα πληρωθούν από τις δαπάνες για τις κοινωνικές ανάγκες. Όπως είπε χαρακτηριστικά, η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ δεν επιτρέπει πλέον τη διατήρηση της χρηματοδότησης των κοινωνικών δαπανών στο σημερινό ύψος. Για το σκοπό αυτό εξάγγειλε «φθινόπωρο μεταρρυθμίσεων», που το απαίτησε και ο πρόεδρος της Ένωσης Εργοδοτών. «Μεταρρυθμίσεων» που, όπως προανήγγειλε η υπουργός Οικονομίας, θα συμπεριλάβουν αύξηση των ωρών δουλειάς, μείωση των δαπανών για την Υγεία και των κοινωνικών εισφορών, αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης και «μέχρι τα 70», φορολογικά κίνητρα για τους επιχειρηματίες κ.ά.

Η Γαλλία βρίσκεται προ των πυλών μιας νέας κατάρρευσης της κυβέρνησής της. Η κυβέρνηση Μπαϊρού, 9 μήνες μετά την καταψήφιση της κυβέρνησης Μπαρνιέ το Δεκέμβρη του 2024, αντιμετωπίζει το πολύ ισχυρό ενδεχόμενο να χάσει την ψήφο εμπιστοσύνης που ζητά να πάρει από το κοινοβούλιο στις 8 Σεπτέμβρη. Ο Μπαϊρού επιδιώκει να περάσει ένα σκληρό αντιλαϊκό πρόγραμμα για να αντιμετωπίσει τα μεγεθυμένα προβλήματα της γαλλικής οικονομίας αλλά και τη μεγάλη αύξηση των στρατιωτικών δαπανών κατά 64 δισ. ευρώ που θέλει να επιβάλει ως το 2027.

Το δημόσιο χρέος της Γαλλίας έχει φτάσει στο 114% του ΑΕΠ της και είναι το τρίτο μεγαλύτερο της Ευρωζώνης, μετά την Ελλάδα και την Ιταλία. Το δημόσιο έλλειμμά της αγγίζει το 6%. Επικαλούμενοι αυτά τα προβλήματα και ο Μακρόν και Μπαϊρού και, προβάλλοντας ως πιθανό τον πόλεμο τα επόμενα πέντε χρόνια, προλογίζουν το νέο προϋπολογισμό με μια ρητορική που φτάνει στα όρια της κινδυνολογίας. Ο Μπαϊρού περιέγραψε τη Γαλλία ως μια χώρα που είναι εθισμένη στο δανεισμό και μόνο «ένα βήμα μακριά από τον γκρεμό», προειδοποίησε πως η Γαλλία κινδυνεύει με ελληνικού τύπου κρίση χρέους αν δεν προχωρήσει σε περικοπές ύψους 43,8 δισ. ευρώ, ότι οι Γάλλοι έχουν «13 ημέρες για να αποφασίσουν αν θα σταθούν με την πλευρά του χάους ή με την πλευρά της συνείδησης και της ευθύνης» και ότι η έγκριση του προγράμματός του ειναι η «τελευταία στάση πριν την άβυσσο και τη συντριβή». Με αυτόν τον τρόπο Μακρόν και Μπαϊρού επιχειρούν να εκβιάσουν την απόσπαση ψήφου εμπιστοσύνης για τον προϋπολογισμό του 2026.

Το πρόγραμμα περικοπών ύψους 43,8 δισ. ευρώ προβλέπει μεγάλες περικοπές των κοινωνικών δαπανών, μεταρρυθμίσεις στα συστήματα ασφάλισης και ανεργίας, μείωση δαπανών για την Υγεία, απολύσεις 3000 δημόσιων υπαλλήλων, πάγωμα μισθών στον Δημόσιο, κατάργηση επίσημων αργιών. Το πρόγραμμα απορρίπτεται από τα κόμματα της αντιπολίτευσης στη βουλή και ειναι πολύ πιθανό να μην πάρει ψήφο εμπιστοσύνης, κάτι που θα οδηγήσει σε πτώση της κυβέρνησης. Ήδη έχει εξεγείρει τους εργαζόμενους και το λαό της Γαλλίας που καθόρισαν με τα συνδικάτα γενική απεργία και διαδηλώσεις για τις 10 Σεπτεμβρίου, ενώ συγκροτήθηκε και κίνημα με την ονομασία «Bloquons Tout» («Ας μπλοκάρουμε τα πάντα») που θα συμμετέχει στην πανεθνική κινητοποίηση στις 10 Σεπτέμβρη.

Η Βρετανία έχει μπει και αυτή σε μια περίοδο σοβαρής επιδείνωσης των οικονομικών προβλημάτων που την έχουν οδηγήσει σε καχεκτικούς-μειούμενους ρυθμούς ανά­πτυξης του ΑΕΠ της (οι προβλέψεις της για φέτος μειώθηκαν από το 2% στο 1%), στο να αυξάνει το δανεισμό της και να βλέπει πλέον το χρέος της να πλησιάζει το 100% του ΑΕΠ της και το έλλειμμά της το 5%. Η αντιμετώπιση των οικονομικών δυσκολιών μεταφράζεται και εδώ από την κυβέρνηση των Εργατικών του Στάρμερ σε περικοπές κοινωνικών δαπανών, όπως η αφαίρεση επιδομάτων πρόνοιας από 1 εκατομμύριο αναπήρους και αρρώστους, που έχουν προκαλέσει κοινωνικές αντιδράσεις αλλά και διαφωνίες μέσα στο Εργατικό κόμμα που εντείνουν την κυβερνητική αστάθεια.

Μεταφράζεται και σε μια πολιτική που προωθεί ακροδεξιές και αντικοινωνικές ρυθμίσεις, που εστιάζονται κυρίως ενάντια στους μετανάστες και στην εκδίωξή τους. Δρομολογούνται αλλαγές στο σύστημα ασύλου, στην επανένωση οικογενειών των προσφύγων και μεταναστών, στην επιστροφή μεταναστών που φτάνουν στην Αγγλία μέσω Μάγχης (σε συμφωνία με τη Γαλλία), ενώ έχει ξεκινήσει και εκστρατεία για να μην επιτραπεί σε χιλιάδες αλλοδαπούς φοιτητές να παραμείνουν στη Βρετανία όταν λήξει η βίζα τους.

Η όξυνση των οικονομικών προβλημάτων και η προσπάθεια να αντιμετωπισθούν με μια αντικοινωνική και αντιμεταναστευτική ατζέντα, με την τελευταία να ενισχύεται ιδιαίτερα από το ακροδεξιό κόμμα του Ν. Φάρατζ που ζητά ομαδικές απελάσεις και προηγείται στις δημοσκοπήσεις του Εργατικού κόμματος, έχουν βάλει την κυβέρνηση Στάρμερ σε μια ταραχώδη φάση.

Τα εντεινόμενα οικονομικά προβλήματα της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας, καθώς αναπόφευκτα έχουν σοβαρή αρνητική επίδραση και στις υπόλοιπες οικονομίες των κρατών της ΕΕ που σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ειναι εξαρτημένες από τις τρεις ισχυρότερες ευρωπαϊκές οικονομίες, φέρνουν συνολικά την Ευρώπη σε μια οικονομική εξασθένιση και απειλούν να αδυνατίσουν και το ευρώ. Η προσπάθεια να ξεπερασθεί αυτή η δεινή κατάσταση με την κλιμάκωση των αντιλαϊκών πολιτικών και την στρατιωτικοποίηση της οικονομίας δεν θα καταφέρουν παρά να οξύνουν και άλλο τις κοινωνικές και πολιτικές αντιθέσεις και να τροφοδοτήσουν σημαντικές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες που διαγράφονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και που έχει αξιοποιήσει η ακροδεξιά, σε βαθμό που και στη Γερμανία, στη Γαλλία και στην Αγγλία και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη τα κόμματά της να προηγούνται ή να είναι ψηλά στις δημοσκοπήσεις, προβάλλει έντονα η ανάγκη συγκρότησης ενός πανεργατικού-παλλαϊκού κινήματος αντίστασης και από­κρουσης των αντιδραστικών σχεδίων των κυβερνήσεων και των πολιτικών δυνάμεων του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και της ΕΕ.

πηγή:  Μ-Λ ΚΚΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου