
Ποτέ στην μεταπολιτευτική ελληνική ιστορία οι αγρότες δεν έχουν βρεθεί ξανά σε τέτοια δεινή κατάσταση. Για τη συντριπτική πλειοψηφία των αγροτών της χώρας είναι σαν να μην υπάρχει αύριο.
Αν η πορεία των οικονομικών δεικτών εμφανίζουν μια χρόνια καθίζηση με καθοριστικότερο το πραγματικό παραγόμενο αγροτικό προϊόν να κατακρημνίζεται από 10,5% του ΑΕΠ το 1990 στο 3,5% σήμερα, η μεταμνημονιακή εικόνα του αγροτικού τομέα -όπως η συνολικότερη της χώρας- δραματοποιείται ακόμη περισσότερο, με ελάχιστους νέους να ακολουθούν το επάγγελμα, το αγροτικό εμπορικό έλλειμμα να αυξάνει κατά 25% σε σχέση με το 2020 και το κόστος παραγωγής να εκτινάσσεται κατά 40%. Η υπαρξιακή κρίση δεν απειλεί μόνο τα μικρομεσαία αγροτικά νοικοκυριά που δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα αλλά και τα μεγαλύτερα, που έχουν επενδύσει σημαντικό σταθερό κεφάλαιο. Η χρεοκοπία πια απειλεί όλους.
Όταν το Μάη του 2025 γκρεμίζεται το σύμπαν του κόσμου των αγροτικών επιδοτήσεων της ΕΕ, με την κατάργηση του ΟΠΕΚΕΠΕ και την αποκάλυψη σημείων και τεράτων σχετικά με την πληρωμή ποσών πάνω από 3 δισ. € το χρόνο από τις ευρωπαϊκές ενισχύσεις στον αγροτικό τομέα, άνοιξε ο «ασκός του Αιόλου» και πρόβαλε ξεκάθαρα μπροστά στα μάτια του αγροτικού κόσμου το φάσμα της ολοκληρωτικής καταστροφής.
Η στάση πληρωμών που κήρυξε η κυβέρνηση τέλος Οκτώβρη στέρησε από την αγροτιά πάνω από 1,3 δισ. € και δυναμίτισε την κατάσταση. Το μεγάλο πακέτο της προκαταβολής της Βασικής Ενίσχυσης, που έπρεπε να πληρωθεί από αρχές Οκτώβρη (στις άλλες χώρες της ΕΕ δίνεται από τον Ιούνιο), από 580 εκατ € έγινε 363 εκατ € και οι 608.000 δικαιούχοι έγιναν 471.000. Ας σημειωθεί ότι το πραγματικό ποσό που εισέπραξαν τελικά οι αγρότες, είναι πολύ μικρότερο, μιας και με ακαριαία ταχύτητα οι υποχρεώσεις τους στον ΕΛΓΑ, στον ΕΝΦΙΑ και σε άλλες πάγιες εντολές (περίπου στα 100 εκατ €), άδειασαν τον τραπεζικό λογαριασμό σε πολλούς από αυτούς. Τελικά μέσα σε αυτή την «κοροϊδία» πληρωμής, ένας στους τρεις αγρότες δεν πήρε ούτε ένα ευρώ ενώ οι άλλοι δύο παρέλαβαν υποπολλαπλάσια.
Η αδιαφορία και η περιφρόνηση της πρωτογενούς παραγωγής της χώρας
φθάνει στο σημείο να τελειώνει το 2025 και οι αποζημιώσεις για τις
καταστροφές του Daniel στη Θεσσαλία, πριν δυο χρόνια, να μην έχουν
εξοφληθεί μέχρι σήμερα, ενώ τίποτα δεν έχει γίνει για αποκατάσταση και
πρόληψη πλημμυρικών φαινομένων, κάνοντας κάθε καινούργια καλλιεργητική
προσπάθεια, σε μεγάλη έκταση του Θεσσαλικού κάμπου, αβέβαιη και
απαγορευτική.
Και ενώ οι τιμές παραγωγής σε κρίσιμης σημασίας
αγροτικά προϊόντα, όπως το σκληρό στάρι και το βαμβάκι, αλλά και σε
σωρεία άλλων προϊόντων, βρίσκονται σε χαμηλά δεκαετίας, κάτω του κόστους
παραγωγής, ταυτόχρονα η κτηνοτροφική παραγωγή αποδεκατίζεται. Πρώτα η
Πανώλη των προβάτων και μετά η Ευλογιά, κάνουν «βόλτα» στη χώρα,
σπέρνοντας τον όλεθρο και την απελπισία σε χιλιάδες κτηνοτροφικά
νοικοκυριά. Σχεδόν μισό εκατομμύριο πρόβατα έχουν σφαγιαστεί χωρίς καμιά
προοπτική εκρίζωσης της νόσου, σ’ ένα κρεσέντο κρατικής αναλγησίας που
κορυφώνεται σε πάνω από 1500 κτηνοτροφικές οικογένειες που είναι
αδιάφορο πώς θα επιβιώσουν. Το πλήγμα από κοινωνική αλλά και οικονομική
πλευρά είναι τεράστιο γιατί εμμέσως εμπλέκει την οικονομία μεγάλου
τμήματος της ύπαιθρης χώρας, οξύνοντας στο έπακρο τα παραγωγικά και
κοινωνικά αδιέξοδα φθάνοντάς τα στα όρια της ανθρωπιστικής κρίσης.
Μέσα σε αυτόν τον ορυμαγδό, ο αγροτικός κόσμος βλέπει και ακούει σε ένα νέο κοινοβουλευτικό «πλυντήριο σκανδάλων», τις γαλάζιες ακρίδες να παρελαύνουν και να περιγελούν με τη στάση τους τον κόσμο της εργασίας και του μόχθου, ξέροντας πως έχουν την πλήρη κάλυψη του κυβερνητικού μηχανισμού. Αυτού του κυβερνητικού μηχανισμού, που τελειοποιεί πάγιες τακτικές και επιλογές, που προσανατολίζουν τη χώρα σ’ ένα άλλο παραγωγικό μοντέλο, με υποβαθμισμένο πρωτογενή και δευτερογενή τομέα και γιγαντωμένο τον κλάδο των υπηρεσιών. Σ’ αυτό το νέο πλαίσιο, ο αγροτικός κόσμος είναι υπό διωγμό και η ύπαιθρος από τροφοδότης μετατρέπεται σε πηγή κερδοφορίας ολιγοπωλιακών κεφαλαίων της δήθεν «πράσινης ενέργειας» σήμερα, με τα φωτοβολταϊκά και τις ανεμογεννήτριες ή με κάτι άλλο αύριο σε μια ρημαγμένη περιφέρεια.
Αυτό τον εχθρό αρχίζει ενστικτωδώς να αναγνωρίζει η ελληνική αγροτιά, που σε πανελλαδικό επίπεδο οργανώνεται πλέον από νέους αγρότες που δεν έχουν σχέση ούτε με τον «παραδοσιακό» αγροτοσυνδικαλισμό, ούτε με τα ετήσια εθιμοτυπικά συλλαλητήρια που έσβηναν μετά μερικές ψευτοϋποσχέσεις των πολιτικών πατρώνων. Στις σημερινές κινητοποιήσεις συσπειρώνονται οριζόντια (πολιτικά και ιδεολογικά) μικροί, μεσαίοι και μεγάλοι παραγωγοί.
Αυτό έχει προκαλέσει ρήξη της κυβερνητικής πλειοψηφίας με τα
ερείσματά της στον αγροτικό χώρο και κάνει τις κυβερνητικές επιλογές όλο
και πιο νευρικές, προτάσσοντας τα όπλα της άγριας καταστολής (χημικά,
ΜΑΤ, συλλήψεις, αγροτοδικεία, μέχρι και πλαστικές σφαίρες) αλλά και τα
εργαλεία του κοινωνικού αυτοματισμού, που φαίνεται ότι έχουν μικρή
αποτελεσματικότητα, λόγω του ολοφάνερου της λεηλασίας η οποία στρέφεται
ενάντια και στον καταναλωτή.
Είναι σίγουρο ότι ακόμη υπάρχει αρκετός
δρόμος για να οργανώσει η αγροτιά της χώρας μια σθεναρή αντίσταση στα
πολιτικά και οικονομικά «τζάκια» του τόπου. Αυτά, που εναλλασσόμενα σε
κυβέρνηση και αντιπολίτευση, εφάρμοζαν όλες τις ντιρεκτίβες και οδηγίες
της ΕΕ και, ενώ υπόσκαπταν την παραγωγική ικανότητα της χώρας, μπορούσαν
εντούτοις να χειραγωγούν τον αγροτικό κόσμο, βάφοντας κατά καιρούς με
διαφορετικό κομματικό χρώμα ολόκληρες περιφέρειες της χώρας. Στους
σημερινούς καιρούς όμως που η κρίση υφέρπει και η ΕΕ έχει διακηρύξει σε
όλους τους τόνους την «πολεμική οικονομία», εκμηδενίζεται αυτή η
ικανότητα, αποκαλύπτοντας την πραγματική φύση των διαφόρων
«υπερασπιστών» των αγροτών που τελικά δεν δουλεύουν γι’ αυτούς αλλά για
τους εισαγωγείς και για αλλότρια συμφέροντα.
Η αγροτιά που παράγει το βασικότερο αγαθό επιβίωσης του ανθρώπου, το τρόφιμο, πρέπει να χρησιμοποιήσει αυτό το συγκριτικό της πλεονέκτημα και να μετατρέψει την οργή της σε δύναμη οργάνωσης, τόσο για τη διεκδίκηση των δικαίων της όσο και στο πεδίο της παραγωγής. Έτσι θα μπορέσει να συντηρηθεί αυτή η ίδια αλλά και να εξυπηρετήσει την ανάγκη του εργαζόμενου λαού για φθηνό και υγιεινό τρόφιμο.
Ο αγροτικός κόσμος κινητοποιείται, διότι αντικρίζει την ολοκληρωτική καταστροφή. Γι’ αυτό δεν προτάσσει αυτή τη στιγμή μόνον τα κλαδικά αιτήματα, αλλά εκπέμπει μια οργισμένη κραυγή για την επιβίωσή του, η οποία όμως αφορά ολόκληρη την κοινωνία.
Ο σημερινός αγώνας του αγροτικού κόσμου, του κόσμου που ζει και απαιτεί να ζήσει από αυτά που παράγει, έχει απέναντί του τα μεγάλα δίκτυα της διαπλοκής, της ρεμούλας, της υποταγής σε ξένα συμφέροντα και επιδιώξεις, την ΕΕ με τις συνεχείς αντιαγροτικές αναδιαρθρώσεις της ΚΑΠ, την ανάλγητη πολιτική αυτής και όλων των προηγουμένων κυβερνήσεων.
Η αγροτιά της χώρας πρέπει να μετατρέψει την οργή της σε δύναμη οργάνωσης τόσο στο πεδίο της διεκδίκησης όσο και στο πεδίο της παραγωγής και δίπλα της πρέπει να σταθεί όλος ο λαός που τρέφεται από αυτήν. Δεν πρέπει να μείνει σαν μια κραυγή υπαρξιακής αγωνίας, αλλά να στοχεύσει στις κυβερνητικές και ευρωπαϊκές πολιτικές που υποβαθμίζουν και διαλύουν την αγροτική παραγωγή.
Είναι ένας αγώνας ζωής και θανάτου που συνδέεται με
τους αγώνες του λαού μας για την υγεία, την παιδεία, το μεροκάματο. Ο
μαζικός, οργανωμένος, διαρκής αγώνας είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να
πάει τον τόπο μπροστά.
Γι’ αυτό πρέπει με κάθε τρόπο να υποστηριχτεί απ’ όλους.
Να ικανοποιηθούν άμεσα όλα τα δίκαια αιτήματα των αγροτών!
Άμεση καταβολή όλων των επιδοτήσεων και των αποζημιώσεων που δικαιούνται οι αγρότες.
Μείωση του κόστους παραγωγής με φθηνά γεωργικά εφόδια – εργαλεία, πετρέλαιο, ρεύμα, φάρμακα, σπόρους – Τιμές ασφαλείας σε όλα τα αγροτικά προϊόντα.
Ο αγώνας αυτός των αγροτών και όλου του λαού μας δεν μπορεί να σταματάει μόνον σε αυτά.
Πρέπει να φτάνει μέχρι την κατάργηση της ΚΑΠ και την έξοδο της χώρας μας από την ΕΕ.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου