Διερευνητικό ρόλο και θλιβερό
μαντατοφόρο των ιμπεριαλιστικών σχεδίων αναλαμβάνει -στα χνάρια του Γ.
Παπανδρέου- να παίξει εν μέσω της εκρηκτικής οικονομικής κρίσης η «αριστερή»
ελληνική κυβέρνηση.
Έτσι την προηγούμενη βδομάδα
ολοκληρώθηκε η περιοδεία του Ν. Κοτζιά στα Δυτικά Βαλκάνια σαν συνέχεια των
επισκέψεων του Έλληνα υπουργού Eξωτερικών σε Σόφια, Σκόπια, Βελιγράδι και
Ποντγκόριτσα, στα τέλη Ιούνη και φυσικά σε συνδυασμό με τις πρόσφατες
επισκέψεις στην περιοχή της Αμερικανίδας υφυπουργού Εξωτερικών, Αρμόδιας για
τις Ευρωπαϊκές και Ευρασιατικές Υποθέσεις, Νούλαντ, των εκπροσώπων των
γερμανικών συμφερόντων, Σουλτς και της Μέρκελ, αλλά και των Πούτιν και Λαβρόφ
στο Βελιγράδι.
Στα πλαίσια αυτά ο Κοτζιάς κάνοντας
το πρώτο επίσημο ταξίδι υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας στην Πρίστινα, την
πρωτεύουσα του Κοσόβου (εκτρωματικό δημιούργημα-προτεκτοράτο των Νατοϊκών
βομβαρδισμών ενάντια στη Σερβία), ακολουθώντας τη γνωστή τακτική του
«μεταπωλητή» της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, δήλωσε απερίφραστα: «Υποστηρίζουμε την ένταξη
του Κοσόβου σε διεθνείς οργανισμούς, όπως η Interpol και η UNESCO. Και είμαστε
έτοιμοι να το υποστηρίξουμε. Υποστηρίζουμε -και είμαστε μεταξύ των πρώτων χωρών
που προσφέρουν τη στήριξή τους προς αυτή την κατεύθυνση- τη δημιουργία δεσμών
μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Κοσόβου. Και είμαστε έτοιμοι να
προσφέρουμε στο Κόσσοβο, όποτε το χρειαστεί ή το επιθυμεί, την τεχνογνωσία μας
και τα μέσα που διαθέτουμε σε θέματα συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το
ΝΑΤΟ, καθώς είμαστε το παλαιότερο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ σε
όλη την περιοχή των Βαλκανίων».
Με δηλώσεις του στα τοπικά ΜΜΕ ο
Κοτζιάς τόνισε: «το Κόσσοβο και η Ελλάδα μπορούν να δημιουργήσουν και να
αναπτύξουν όλες τις μορφές συνεργασίας, με ειρήνη, ασφάλεια και σταθερότητα».
Σε αυτή την κατεύθυνση, προσκάλεσε τον Κοσοβάρο Αλβανό ομόλογό του, Χ. Θάτσι
(πρώην πρωθυπουργό και αρχηγό του ΟΥΤΣΕΚΑ το 1999) στην Ελλάδα. Επίσης,
ανακοίνωσε ότι οι δυο πλευρές θα προχωρήσουν στην ίδρυση Γραφείου (πρόπλασμα
πρεσβείας) του Κοσόβου στην Αθήνα. Σ’ ό,τι αφορά δε στο θέμα και της τυπικής
αναγνώρισης του προτεκτοράτου, ο ΥΠΕΞ, αναγνωρίζοντας και νομιμοποιώντας την
ιμπεριαλιστική παρέμβαση στα Βαλκάνια, τόνισε ότι «θα πρέπει να εξετάσουμε το
ζήτημα με βάση δύο κριτήρια. Το ένα κριτήριο είναι οι ανάγκες όλης της περιοχής
και το δεύτερο το εθνικό μας και το ευρωπαϊκό συμφέρον. Θα πρέπει να δούμε στο
μέλλον τον τρόπο με τον οποίο θα εφαρμόσουμε στην πράξη αυτά τα δύο κριτήρια».
Η στάση αυτή της ελληνικής
κυβέρνησης, προκάλεσε άμεσα τις σερβικές αντιδράσεις. Ο Σέρβος υπουργός
Εξωτερικών δήλωσε: «Έχουμε στείλει αίτημα στο ελληνικό ΥΠΕΞ, ζητώντας
διευκρινήσεις για τις δηλώσεις του υπουργού Νίκου Κοτζιά στην Πρίστινα. Αναμένω
ότι η Ελλάδα, παρά τις μεγάλες πιέσεις που δέχεται, δε θα αναθεωρήσει τη στάση
για μη αναγνώριση της μονομερώς ανακηρυχθείσας ανεξαρτησίας του Κοσόβου». Σε
απάντηση η ελληνική πρεσβεία στο Βελιγράδι με ανακοίνωσή της, αναφέρει ότι «η
Ελλάδα δεν αναγνωρίζει τη μονομερώς ανακηρυχθείσα ανεξαρτησία του Κοσόβου και η
θέση αυτή παραμένει αμετάβλητη».
Τα γεγονότα ωστόσο δείχνουν
μετατόπιση, στρώνουν το δρόμο σε διαφοροποίηση και αλλαγή της ελληνικής
εξωτερικής πολιτικής στο Κόσοβο και ευρύτερα.
Στις καλένδες η ελληνοαλβανική ΑΟΖ
Χαρακτηριστικές ήταν οι δηλώσεις στα
Τίρανα του Αλβανού υπουργού Εξωτερικών κατά τη συνάντησή του με τον Έλληνα
ομόλογό του. Ο Μπουσάτι, επιβεβαίωσε ότι: «από την πλευρά μας ενθαρρύναμε και
υποστηρίξαμε την επίσκεψη του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών κ. Κοτζιά στο Κόσοβο,
που συνιστά μια κίνηση προσέγγισης εκ μέρους της ελληνικής πλευράς και
ενθαρρύνουμε την αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Κοσόβου».
Οι συμφωνίες και τα προσδοκώμενα
Σύμφωνα Φιλίας, σκιάζονται από τις ολοένα πιο στενές σχέσεις Τιράνων – Άγκυρας,
που φτάνουν μέχρι την εξασφάλιση από την Τουρκία ναυτικών βάσεων στην Αλβανία.
Οι αόριστες πεποιθήσεις του Κοτζιά
για το ζήτημα της «εμπόλεμης» ελληνοαλβανικής κατάστασης, που διατηρείται
από το 1940 και η διπλωματικά «εξατομικευμένη» αναγνώριση των Τσάμηδων
δίνει το πραγματικό επίπεδο των διμερών σχέσεων, που σε κάθε περίπτωση,
στριμώχνονται στα ιμπεριαλιστικά καλούπια. Συγκεκριμένα ο Έλληνας υπουργός
υποστήριξε: «Εμείς πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει εμπόλεμη κατάσταση με την
Αλβανία. Πιστεύουμε ότι όλα τα σύμφωνα, οι συνθήκες, οι δηλώσεις του υπουργικού
συμβουλίου στη δεκαετία του '80, η συνεργασία μας στο ΝΑΤΟ, όχι μόνο μας
καθιστούν φίλους, αλλά δύο κράτη που είναι και εταίροι (...) Γι' αυτό, στις
επόμενες συμφωνίες που είναι να συνάψουμε, θα βρούμε ένα νομικό τρόπο να
επιβεβαιώσουμε ότι δεν είμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση...Όσον αφορά την άρση του
συμφώνου της κατάσχεσης και τις περιουσίες, εμείς υποστηρίζουμε ότι κάθε
Αλβανός πολίτης μπορεί να προσφύγει σε ελληνικό δικαστήριο και στηριζόμενος στο
δίκαιο να διεκδικήσει τα αιτήματά του. Δεν επιθυμούμε υποθέσεις για ατομικά
περιουσιακά δικαιώματα να καθίστανται σκοτεινά σημεία στις διακρατικές σχέσεις,
ούτε να υπονομεύουν τη φιλία μας».
Ο Μπουσάτι παραπέμποντας στο
απώτερο μέλλον την προοπτική μιας συμφωνίας, υποστήριξε ότι: «αν έπειτα από μια
μεγάλη και μακρόχρονη επεξεργασία, την οποία μπορούν να κάνουν οι ομάδες των
εμπειρογνωμόνων, δεν επιτύχουμε ένα ορθό και αμοιβαία αποδεκτό πόρισμα, τότε το
Διεθνές Δίκαιο και το ευρωπαϊκό πλαίσιο είναι αυτό που θα μας κατευθύνει προς
τους μηχανισμούς ή τα όργανα, στα οποία μπορούμε να απευθυνθούμε με
εμπιστοσύνη, ώστε να μας δώσουν μια οριστική λύση».
Δημοψήφισμα μέσα στο 2015 αποφάσισε η
σερβοβοσνιακή βουλή σχετικά με το δικαστικό σύστημα που επιβλήθηκε με τη
συμφωνία του Ντέιτον. Όπως υποστήριξε ο Πρόεδρος της Σερβικής Δημοκρατίας της
Βοσνίας - Ερζεγοβίνης, Μίλοραντ Ντόντικ, το δημοψήφισμα είναι «αναγκαίο ώστε να
μπει ένα φρένο στις αποφάσεις που επιβάλλει με εξουσίες δικτάτορα ο Ύπατος
Εκπρόσωπος του ΟΗΕ στη χώρα και "κυρίως" τις αποφάσεις για το
δικαστήριο και την εισαγγελία της Βοσνίας»
Στο δημοψήφισμα έσπευσαν να
εναντιωθούν ΗΠΑ και ΕΕ με το επιχείρημα ότι το δημοψήφισμα αποτελεί
πρόκληση στην ακεραιότητα και την κυριαρχία της Βοσνίας - Ερζεγοβίνης και
μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση της χώρας.
Οι επικυρίαρχοι της περιοχής δεν
επιτρέπουν καμιά πρωτοβουλία από τους «υπηκόους» τους. Έτσι η αμερικανική
πρεσβεία στη Βοσνία - Ερζεγοβίνη θεώρησε ότι το δημοψήφισμα προσβάλλει βασικές
διατάξεις της συνθήκης Ντέιτον, με την οποία τερματίστηκε ο πόλεμος το 1995.
Πιο αναλυτική η εκπρόσωπος της
επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Φεντερίκα Μογκερίνι, υποστήριξε: «η
διεξαγωγή δημοψηφίσματος στη Σερβική Δημοκρατία είναι πρόκληση για τη συνοχή,
την ακεραιότητα και την κυριαρχία της Βοσνίας, για όλα όσα τον Φλεβάρη τα
πολιτικά κόμματα και οι ηγέτες, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου της οντότητας,
Μίλοραντ Ντόντικ, δεσμεύθηκαν να τηρήσουν». Σημείωσε πως προέχει «να
υλοποιηθούν μεταρρυθμίσεις, που θα βελτιώσουν την κατάσταση στην οικονομία και
θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας κυρίως για τους νέους», καταλήγοντας πως
η ΕΕ «είναι έτοιμη να συνεργαστεί στενά με τις αρμόδιες αρχές στη Βοσνία, ώστε
να αρθούν συστημικά και άλλα λάθη στο σύστημα δικαιοσύνης».
Αντίθετα, η πρεσβεία της Ρωσίας στο
Σεράγεβο υποστήριξε την ιδέα του δημοψηφίσματος εκτιμώντας ότι πρόκειται για
«εσωτερικό ζήτημα» της χώρας.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου